Ποιητικό Αφιέρωμα

Δείγματα Γραφής

Ήθελα καιρό τώρα να δημιουργήσω ένα αφιέρωμα με δείγματα γραφής από διάφορους αγαπημένους και αγαπημένες συγγραφείς των οποίων τα έργα διαβάζω, διάβασα μέσα στην προηγούμενη χρονιά ή και λίγο πιο πριν. Μπουκιές γραφής με διαφορετικές γεύσεις για να δοκιμάσετε και που σίγουρα θα σας εξάψουν το ενδιαφέρον.

~Γεωργία Τσουκαλοχωρίτη

Ο Ταύρος σε άσκηση

Ο μαύρος Μινώταυρος και η ξανθιά Αριάδνη

Ο Δίας-ταύρος και η γέννηση της Ευρώπης

Ο ταύρος με κομμένα τ΄ αρχίδια

Ο ταύρος στον Αλμοδόβαρ

Ο ταύρος και η ταυρομάχος

Ο ταύρος φοράει το κόκκινο ρούχο

Ο ταύρος και η ταυρομάχος στην ιεροτελεστία της πρόκλησης

Ο μαύρος ταύρος με τα άσπρα κέρατα

Ο ταύρος της Πόλης των Βάλτων παχνίζει στο σκίτσο του Χιουζ

Ο ταύρος και τ’ ανοιγμένα διάπλατα ρουθούνια του

Ο ταύρος και τα ρουθούνια του στάζουν τα ύδατα της ζωής

Ο ταύρος στα πλάγια, ένα τεράστιο μάτι

Ο ταύρος του Πικάσο στα μάτια των γυναικών

Ο ταύρος βγαίνει στην αρένα απ’ το σκοτάδι της σπηλιάς

Ο ταύρος στη Φιέστα του Χέμινγουεϊ

Ο ταύρος με τέσσερα σπαθιά βαθιά στην πλάτη

Ο ταύρος γυαλίζει

Ο ταύρος ύστατο πλάσμα του φωτός μεσ’ στη χοάνη του μυαλού μου.

Λιάνα Σακελλίου, αδημοσίευτο ποίημα, το πιο πρόσφατο βιβλίο της “Sequentiae” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg, 2021

Οι άνθρωποι της Πόλης

περπατούν όρθιοι

με το βλέμμα νερό

ο Βόσπορος στα μάτια τους

Μιλάνε αμανέδες

και τα χέρια τους

σε γλάρους αλλάζουν

σε κάθε τους μετατόπιση

έτοιμοι για το ταξίδι

Οι άνθρωποι της Πόλης

μπαχαρικά

και σιρόπι αναμασάνε

ανάμεσα στην αλήθεια τους

ζάχαρη

κανέλλα

και κερί η μυρωδιά τους

γνωρίζουν πιο καλά απ’ όλους

τι να διαλέξουν

από τον πάγκο της λαϊκής

παρά τον φόβο του λιμανιού

πίσω στον σβέρκο

Οι άνθρωποι της Πόλης

έχουν για φωτοστέφανο

και μαρτυρική αλήθεια

την Αγιά Σοφιά

φιλοσοφούν με

το σκοτάδι

την θάλασσα

τον ουρανό τους

Μαρία-Ευθυμία Γιαννάτου, ποίημα από τη συλλογή “ΡΙΖΕΣ”, εκδόσεις 24 γράμματα, 2019.

Αποβλακωμένος

Αποβλακωμένος τόσο απ’ το σώμα

που πάσχισα να ενώσω μια δω μια κει

σαν τα τρελομπαλάκια που είχαμε παιδιά

θα σπάσει ο πάγος λέγοντας

τις ιδιαίτερές μας κλίσεις και τη μάρκα

στο γαλάκτωμα για χέρια ή τον όρμο

που το καλοκαίρι επιλέγει για βουτιές

κι άλλα πολλά ίσως ακόμη και τα πέντε ευρώ

στο διανυκτερεύον πάρκινγκ

πάνω στην κουβέντα πριν το λήξουμε.

Μάντεψε τι

δεν είχε ο έρωτάς μας μήτε

των αυτοκινήτων τα φτερά.

Νικόλας Κουτσοδόντης, ποίημα από τη συλλογή «Μόνο κανέναν μη μου φέρεις σπίτι», εκδόσεις Θράκα, 2021.

Ανοιχτό κλειστό πράσινο

δύο μορφές χάνονται στο βάθος

ανάμεσα σε υπάκουα δέντρα

και είναι σαν κυπαρρίσια

που ξέφυγαν από τη στοίχιση

και τώρα σέρνουν αργά

τις γέρικες ρίζες τους προς την έξοδο

στο πάρκο που καταφεύγουν

όσα παπαγαλάκια το ’σκασαν

τη μέρα των ανοιχτών κλουβιών

και πράσινα χώνονται στα φυλλώματα

και τραγουδούν παπαγαλίσια

Τόνια Τζιρίτα Ζαχαράτου, αδημοσίευτο ποίημα, το πιο πρόσφατο βιβλίο της “Δεύτερη νεότητα” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Θράκα, 2020

Η αρκόπελλη

(Όρθρος)

Το πουντζ̌ίν της.

Το μαστραππίν της.

Τζ̌είντο τζ̌ερίν της πό᾽ν᾽άφτει.

Η κάττα της η αλλοίθωρη.

Η τερατσ̌σ̌ιά μες την αυλήν της η ξιμαρισμένη.

Ο κλώνος της συτζ̌ιάς χωσμένος μες τ᾽αρμάριν της.

Ο μισ̌ιαρός πά᾽στην καρκόλαν της.

Το μαστραππίν της.

Τα νύσ̌ια της κάμαρης της τα δακκαμμένα.

Ο κοψ̌ιάς της ο ξικούμπωτος.

Ο καναπές ο τουμπωτός.

Τα γυαλλικά τ᾽ατέλειωτα.

Τ᾽ασημικά τα τελειωμένα.

Τα φεντζ̌ιανούθκια τετέλεσται.

Η στετέ της η Χαριτίνη με το τσιάρον.

Το μαστραππίν της.

Οι μάππουροι μες το ψυγείον της.

Τα πέφτζ̌ια της με τα κουτσακωτήρκα πά᾽στο κλήμαν.

Τα κάντζ̌ιελλα της αυλής της τα ναρκοδόντικα.

Οι κλάτσες της οι τζ̌ίτρινες.

Οι κλάτσες της οι ζαβές.

Οι κλάτσες της οι ασ̌σ̌ημοθκιάρτιστες.

Οι κλάτσες της οι χαραμοφάισσες.

Οι κλάτσες της μες το μαστραππίν.

Το μαστραππίν της.

Οι κλάτσες της.

Το μαστραππίν της.

Το μαστραππίν της.

Το μαστρ

α

ππίν

απ

πίν

απ

απ

….

πππ

ππίν

Της.

Γλωσσάρι:

αρκόπελλη (<άρκος = άγριος, πελλός = τρελός)

μαστραππίν: δοχείο

μισιαρός: σαμιαμίδι

καρκόλα: κρεβάτι

σέριν: χέρι

τζύρης: κύρης, πατέρας

άφτει: ανάβει (πο᾽ν᾽άφτει = που δεν ανάβει)

Στέλλα Βοσκαρίδου, ποίημα από το βιβλίο “Αναγέλαστα, των γεναικών τζαι των σκαλαπουντάρων”,εκδ. Τεχνοδρόμιον, 2013.