Κρατούσα πολλή ώρα το τσιγάρο στο χέρι μου. Πηγαινοερχόταν ανάμεσα στα δάχτυλα μου, λες και ήθελε να ξεφύγει από το πεπρωμένο του… Ήθελα να το ανάψω, αλλά δεν ήξερα αν έπρεπε. Ήθελα, όμως, τόσο πολύ να σε συναντήσω…
Το άναψα. Ελευθέρωσα αργά τον καπνό για να μπορέσει να ζωγραφίσει τη μορφή σου με κάθε λεπτομέρεια… Λίγος καπνός ακόμα για να δω και τη ζάρα που τρέχει ανέμελα σαν μικρό παιδί ανάμεσα στα μάτια σου.
Ήσουν, πλέον, απέναντι μου και αποσβολωμένη για άλλη μια φορά σε κοιτούσα, μόνο που τώρα δεν έπρεπε να το κρύψω. Ήθελα τόσα να σου πω αλλά… Κρυμμένες λέξεις που δε τολμούν να αποκαλυφθούν. Θαλασσοταραχή στο πέλαγος του μυαλού μου… Λίγος καπνός ακόμα για να δω τα μάτια σου… Ένα ρίγος κατέκλυσε το κορμί μου και μόνο στη σκέψη του βλέμματος σου.
Καθαρό, επιβλητικό μα συνάμα σαγηνευτικό. Οι αισθήσεις μου πάλι έστησαν τρελό χορό… Λίγος καπνός ακόμα για να σε αγγίξω, για να χαθώ στην υφή του προσώπου σου… Η αίσθηση του, απλά, με μεθάει και χάνομαι μαζί σου… Τέλειωσε το τσιγάρο, έμεινε αποτσίγαρο πια στα χέρια μου.
Ο καπνός σε πήρε στοργικά από το χέρι και με αργό και βασανιστικό τρόπο φύγατε μακριά… Ήταν κάτι που ήξερα… Ήταν, όμως, και κάτι που θα έκανα ξανά και ξανά μόνο για να σε συναντήσω…