Insidious: The Red Door

Insidious: The Red Door

Κόστισε ένα εκατομμύριο δολάρια και έφερε πίσω από τις εισπράξεις στα ταμεία το ποσό των εκατό εκατομμυρίων δολαρίων. Πριν από δεκατρία χρόνια ήταν η ταινία που έφερε ξανά στο προσκήνιο αυτού του είδους τις ταινίες τρόμου και μυστηρίου. Ο λόγος για το Insidious.

Ένα παιδί πέφτει σε κώμα και οι γονείς του προσπαθούν να κάνουν τα πάντα για να το αφυπνίσουν. Όμως αυτή η φυσική κατάσταση του παιδιού τους κρύβει σκοτεινά μυστικά και πνευματικούς κινδύνους. Οι γονείς θα χρειαστούν να πολεμήσουν σε πνευματικό επίπεδο και να βρεθούν σε ένα μέρος που έχει την ονομασία The Further, για να μπορέσουν να σώσουν το παιδί τους από οντότητες που θέτουν την ζωή του σε κίνδυνο.

Ήταν η ταινία που επιβεβαίωσε ότι ο James Wan, ο σκηνοθέτης της ταινίας, είναι ο νέος μετρ των θρίλερ. Όπως είπαμε η ταινία έφερε μια νέα άνθιση στο είδος για τα επόμενα χρόνια με ταινίες όπως το The Conjuring, Sinister και άλλες τόσες που ακολούθησαν και είχαν παρόμοιο στυλ.

Βέβαια, η απόλυτα κερδισμένη από αυτή την αναγέννηση του τρόμου ήταν η ηθοποιός Lin Shaye που ο ρόλος της ως Elise αγαπήθηκε και λατρεύτηκε σε τέτοιο βαθμό που παρόλο το άδοξο τέλος του ρόλους της στην πρώτη ταινία βρέθηκε με κάποιον τρόπο να είναι το πρόσωπο του franchise και για τις επόμενες τρεις ταινίες.

Το franchise επανήλθε με το sequel το 2012, το Κεφάλειο 3 το 2015 και με το Το Τελευταίο Κλειδί το 2018. Σήμερα, πέντε χρόνια μετά την τελευταία ταινία, κάνει πρεμιέρα το πέμπτο κεφάλαιο με τον τίτλο Insidious: The Red Door (⭐⭐⭐).

Σε νέα ταινία, επιστρέφουμε ξανά στην αρχική οικογένεια των πρώτων δυο ταινιών, τους Lambert. Ακολουθώντας τα γεγονότα της πρώτης και δεύτερης ταινίας, η ταινία στα πρώτα λεπτά μας δείχνει την συμφωνία της οικογένειας για την ύπνωση του πατέρα (Patrick Wilson) και του γιου (Ty Simpkins) ώστε να ξεχάσουν οτι βιώσαν και να είναι ασφαλής, ψυχικά και σωματικά, από εδώ και πέρα.

Έπειτα ταξιδεύουμε χρονικά εννέα χρόνια μετά, στο σήμερα, όπου βλέπουμε την οικογένεια στην κηδεία της γιαγιάς (Barbara Hershey) και διακρίνουμε μια αποξένωση ανάμεσα στον Josh Lambert και την οικογένεια του, ιδιαίτερα με τον μεγάλο του γιο ο οποίος τις επόμενες μέρες πρόκειται να ταξιδέψει για να βρεθεί στο πανεπιστήμιο ως φοιτητής Καλών Τεχνών. Εκεί, ο ίδιος βιώνει κάποιες αναλαμπές που τον μπερδεύουν και που ο ίδιος προσπαθεί να βρει την άκρη σε όλο αυτό. Παράλληλα, ο πατέρας του αποφασίζει να ανακαλύψει γιατί νιώθει διαφορετικός τα τελευταία χρόνια και αυτό που ανακαλύπτει τον μπερδεύει ακόμα πιο πολύ. Τελικά κανείς από τους δυο δεν είναι ασφαλείς μέσα στην λήθη που έχουν επιβάλλει στον εαυτό τους εδώ και σχεδόν μια δεκαετία.

Στην πέμπτη συνέχεια της ταινίας και απευθείας sequel της δεύτερης, τα ηνία της σκηνοθεσία παίρνει ο πρωταγωνιστής της ταινίας, ο Patrick Wilson. Ο βασικός σεναριογράφος του franchise, ο Leigh Whannell, επιστρέφει ξανά με την προσθήκη του Scott Teems. Σε αυτή την ταινία πάρθηκε η απόφαση να επιστρέψουν στην αρχική οικογένεια, να απομακρυνθούν από την Lin Shaye που ήταν η κινητήριος δύναμη των τελευταίων ταινιών και να δώσουν ξανά χώρο και χρόνο στους Lamberts.

Τώρα όμως υπό ένα νέο πρίσμα, αυτό της αποδοχής και παραδοχής του τραύματος, της ψυχικής και σωματικής πάλης που βιώνουν όσοι έχουν επιζήσει κάτι καταλυτικό στο παρελθόν και πρέπει να βρουν τον τρόπο να αντιμετωπίσουν για να πάνε παρακάτω. Αυτός είναι ο κεντρικός άξονας της ιστορίας και η ταινία μοιάζει να τα καταφέρνει αρκετά καλά. Το απότομο σκιάξιμο και το horror στοιχείο έρχεται σε δεύτερη μοίρα χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι σε κάποια σημεία αρκετά έντονο.

Εκεί που υστερεί η ταινία είναι στην στυλιζαρισμένη ματιά που είχε ο James Wan στις δυο πρώτες ταινίες, όπου αυτόματα εξύψωνε την ταινία σε ένα άλλο επίπεδο. Παρόλο που η φωτογραφία δεν είναι κακή, μοιάζει αρκετά δεύτερης κατηγορίας. Έπειτα οι ερμηνείες των δυο κεντρικών προσώπων μοιάζουν να είναι στον αυτόματο, με την μόνη που διασώζεται να είναι η Sinclair Daniel, η οποία μπορεί να είναι το comic relief της ταινίας αλλά είναι και αυτή που ο θεατής ταυτίζεται με ευκολία από την πρώτη στιγμή που την αντικρίζει επί της οθόνης.

Πρόκειται για μια τίμια συνέχεια που δεν μοιάζει να εκμεταλλεύεται το προϊόν από το οποίο γεννήθηκε και να δίνει ένα υπέροχο οικογενειακό τέλος σε αυτούς που αναγέννησαν το ενδιαφέρον του κοινού για τις ταινίες του συγκεκριμένου είδους τρόμου. Σίγουρα από τις ταινίες τρόμου της χρόνιας που μέχρι στιγμής φαίνεται να μην περνάει σαν είδος την καλύτερη φάση του.

Χρήστος Βασιλακόπουλος