Αδάμαστη – Glennon Doyle | Βιβλιοκριτική

Η Αδάμαστη, της Glennon Doyle, θα μπορούσε να προσδιορίζεται ως ένα εγχειρίδιο φεμινιστικής αφύπνισης ή ένα βιβλίο φεμινιστικής αυτογνωσίας/αυτοβοήθειας. Εν τούτοις, είναι όλα τα παραπάνω μαζί με την προσωπική ιστορία της ίδιας της συγγραφέως, η οποία μας αφηγείται το χρονικό της δικής της απελευθέρωσης. Με λίγα λόγια, η Αδάμαστη είναι η γυναίκα που όλες κρύβουμε μέσα μας, είναι η εσωτερική μας φωνή που έχει τιθασευτεί από κοινωνικά εκμαθημένες διαδικασίες και το βιβλίο αυτό είναι ένα κάλεσμα να ακούσουμε αυτή τη φωνή, αποτάσσοντας την καταπίεση που βιώνουμε καθημερινά ως γυναίκες. 

Στο τρίτο της αυτοβιογραφικό έργο, η GDoyle ξεκινά ένα οδοιπορικό που εξελίσσεται ανάμεσα στα ερείπια της προηγούμενης ζωής της και στην ευτυχία που βιώνει στην παρούσα φάση που γράφει. Με αφορμή τις απιστίες του άνδρα της, αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχει σύνδεση με το σύζυγό της και ο γάμος τους καταρρέει. Τα αρχικά ενοχικά στάδια, που αφορούν την οικογένεια που έχουν δημιουργήσει και το βάρος που αισθάνεται ως γυναίκα και μητέρα να διατηρήσει έναν γάμο χωρίς ευτυχία, διαδέχεται τελικά η απελευθέρωση μέσα από μία νοητή ανάδρομη στο παρελθόν και τον ενδότερο εαυτό της. Αρχίζει να ακούει και να συνομιλεί με την εσωτερική της φωνή, αρχίζει να διεκδικεί, να ερωτεύεται παράφορα μια γυναίκα και η ζωή της καταλήγει να ξεκινά σε νέα βάση.  

Αυτή είναι η ιστορία της αναγέννησης της GDoyle, η ιστορία της ενδοσκόπησής της και ανάκτησης της δύναμης της. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου η συγγραφέας αναλύει, μέσα από τα προσωπικά της βιώματα, τους τρόπους με τους οποίους η πατριαρχία καθορίζει τη γυναικεία συμπεριφορά και ορίζει το αυστηρό πλαίσιο εντός του οποίου μπορεί να υπάρξει κάποια ως γυναίκα. Στο δεύτερο μέρος περιγράφει την εύρεση της εσωτερικής της φωνής, των καταπιεσμένων της «θέλω» (ή, όπως η ίδια αναφέρει, βρίσκει μέσα της τη Θεό) ενώ στο τρίτο μέρος γράφει αναλυτικά για τα εμπόδια που συναντούσε και τους τρόπους που τα ξεπερνούσε κατά τη διάρκεια της ενδυνάμωσής της.  

Τα πιο ιδιαίτερα σημεία αναφοράς μέσα από ένα φεμινιστικό πρίσμα ανάγνωσης, είναι 

α) Το emotional labor των γυναικών, δηλαδή ο διαρκής τους αγώνας να κρατούν τους πάντες ικανοποιημένους εκτός από τις ίδιες, παραγκωνίζοντας τις δικές τους επιθυμίες.  

β) Το “φάντασμα” της τέλειας γυναίκας (ή, όπως θα έλεγε και ο Φουκώ, το “ρυθμιστικό ιδεώδες”), που προβάλει διαρκώς ένα εξιδανικευμένο πρότυπο γυναίκας στο οποίο οφείλουν όλες οι γυναίκες να μοιάσουν για να είναι αποδεκτές από τις πατριαρχικές κοινωνικές επιταγές – ένα πρότυπο τόσο εξιδανικευμένο όσο επίσης ασαφές και άπιαστο, όπου κάθε γυναίκα προσπαθεί σε όλη της τη ζωή ανεπιτυχώς να το προσεγγίσει.  

γ) Ο ρόλος του πολιτισμού, των θεσμών και της εκάστοτε κουλτούρας, που εγκλωβίζει τις γυναίκες σε προκαθορισμένους ρόλους.  

δ) Ο κίνδυνος να παραμένουν οι γυναίκες μια ζωή καταπιεσμένες, αφού έτσι χάνουν τον εαυτό τους και καταδικάζονται σε δυστυχία, ενώ παράλληλα κινδυνεύουν από ψυχικές διαταραχές και εξαρτήσεις. 

Το εν λόγω memoir είναι αρκετά αλλιώτικο. Η συγγραφέας γράφει με ενθουσιασμό, τόλμη και απόλυτη ειλικρίνεια για την ιστορία της αδάμαστης φωνής της που έρχεται στην επιφάνεια. Βιώνει τόσο επαναστατικά την αλλαγή αυτή στη ζωή της, που θεωρεί αυτοσκοπό της να βοηθήσει κι άλλες γυναίκες να βρουν το δρόμο τους προς την αφύπνιση, προς μία ζωή που θα αισθάνονται ευτυχισμένες και δεν θα αρκούνται σε κάτι μέτριο ή καταπιεστικό.  

Το ύφος, αρκετά συχνά, γίνεται διδακτικό, ωστόσο παραμένει πάντοτε απλό και προσιτό προς όλες/ους. Χρησιμοποιεί τσιτάτα όχι για να εντυπωσιάσει, αλλά για να μοιραστεί τη γνώση της με όλες και να βοηθήσει κάθε γυναίκα. Εξηγεί με κάθε φράση την κάθε στιγμή, τον κάθε άνθρωπο, την κάθε εμπνευσμένη φράση που της άλλαξε τη ζωή. Μάλιστα, βιώνει τόσο ρηξικέλευθα αυτή την αλλαγή που ανάγει το βίωμα αυτό σε κάτι πνευματικό, μιλώντας γλαφυρά για τη Γνώση ως προϊόν και αποτέλεσμα της συνομιλίας της με την εσωτερική της Θεό. Αναφέρεται στον Πόνο ως ένα σημαντικό μέρος της ζωής του ανθρώπου, ως ένα μέσο για να καταφέρει να φτάσει κανείς στο τελικό αποτέλεσμα, την Αλήθεια. Σχεδόν προσωποποιεί τις δύο αυτές έννοιες και τις παρουσιάζει ως προϋποθέσεις μίας αληθινής και γεμάτης νόημα/ευτυχία ζωής.  

Η GDoyleμέσα από το καινούργιο της συγγραφικό εγχείρημα, δεν διστάζει επίσης να καταδυθεί στα πιο σκοτεινά της χρόνια. Παρά τον ενδυναμωτικό χαρακτήρα του βιβλίου, δεν ρομαντικοποιεί καταστάσεις όπως την κατάχρηση αλκοόλ και τις διατροφικές διαταραχές. Με έναν τόνο ψύχραιμο και συνάμα ψυχαναλυτικό, εξηγεί το πώς οι νόρμες την οδήγησαν ήδη από την ηλικία των 10 ετών να ασφυκτιεί, να μην μπορεί να νιώσει ελεύθερη στο σώμα της, στο σχολείο, στην κοινωνία, με αποτέλεσμα να εθιστεί στο φαγητό (βουλιμία). Όταν, μεγαλώνοντας, το φαγητό και οι εμετοί δεν την βοηθούσαν πια, στράφηκε στο αλκοόλ για να τη βοηθά να αντιμετωπίζει την καθημερινότητα. Η ίδια γράφει πως υπήρξε 16 χρόνια ναρκωμένη μέχρι να κάνει αναγκαστικά απεξάρτηση στα 25 της (λόγω εγκυμοσύνης) και αργότερα, στα μέσα της τρίτης δεκαετίας της ζωής της, να αποφασίσει να αλλάξει τα πάντα, όταν ο σύζυγός της της αποκάλυψε ότι την απατά.  

Είναι ένα έργο που δεν αφήνει περιθώρια για συγκινήσεις, δείχνει τις δυνατότητες που υπάρχουν εκεί που δεν είναι ορατές και αφήνει ένα ανοικτό κάλεσμα για αναστοχασμό. Η εσωτερική δομή και η αμεσότητα του λόγου ενός τόσο φρέσκου βιβλίου, είναι δύο στοιχεία που προκαλούν ευχάριστη έκπληξη στην αναγνώστρια. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι αυτό το ανάγνωσμα προσφέρεται για πολλούς τρόπους ανάγνωσης. Μπορεί να το διαβάσει κανείς υπό το πρίσμα της αυτοβοήθειας, θα μπορούσε να είναι (αρκετά απλουστευτικά) στο πνεύμα ενός βιβλίου «Φεμινισμός for dummies», ή ένα memoir γεμάτο πάθος, αγάπη, τόλμη, ειλικρίνεια, βαθύτατα διεισδυτικό, διανθισμένο από τα αγαπημένα quotes της GDoyleπου ενδείκνυνται να εμπνεύσει και να αλλάξει τις ζωές των γυναικών. Σε κάθε περίπτωση, παραμένει ένα βιβλίο που απευθύνεται σε κάθε γυναίκα, με δομή που το καθιστά ευανάγνωστο, απλό και ευχάριστο. 

 

Ευχαριστώ θερμά τις εκδόσεις Κλειδάριθμος για την ευγενική δωρεά του βιβλίου. 

 

 

Αλεξίου Πηνελόπη 

Leave a Reply