Με αφορμή την κυκλοφορία του μυθιστορήματος «Το Εργοστάσιο», ο συγγραφέας του βιβλίου, κ. Κώστας Πούλιος, μίλησε με την αρθρογράφο του περιοδικού Πάστα Φλώρα, Σαβίνα Αποστολοπούλου.
- Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια για εσάς; Πώς πήρατε την απόφαση να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;
Σας ευχαριστώ πολύ για την παρουσίαση/κριτική του «Εργοστασίου» και για τις ερωτήσεις σας. Όσον αφορά τη συγγραφή, όλα ξεκινάνε – όπως για τους περισσότερους – από την παιδική μου ηλικία και το διάβασμα όχι τόσο λογοτεχνικών βιβλίων, αλλά κυρίως πάσης φύσεως κόμικς. Έτσι καλλιεργήθηκε η φαντασία μου. Κατόπιν σπούδασα φιλολογία, εργάστηκα για χρόνια σε φροντιστήρια (ειδικότητά μου η «Έκθεση»), εργάζομαι τώρα στο δημόσιο σχολείο, οπότε τα κείμενα είναι το περιβάλλον μου. Τις σκέψεις μου – πάντα κάτι περνούσε από το μυαλό μου για όσα έβλεπα γύρω μου – τις κατέγραφα και παλαιότερα (ποιήματα και άρθρα μου έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά του Βόλου), αλλά όταν βρήκα λίγο παραπάνω χρόνο έγραψα και πεζά, διηγήματα. Ένα από αυτά, ο «Μέγας Αλέξανδρος», πήρε το Α΄ Βραβείο στον Δ΄ Διεθνή Διαγωνισμό «Αντώνης Σαμαράκης» και μου έδωσε την επιβεβαίωση ότι κάτι μπορώ να κάνω σ’ αυτόν τον τομέα.
- Ανοίγοντας την πρώτη σελίδα του βιβλίου, πληροφορούμαστε ότι «Το Εργοστάσιο» αποτελεί το πρώτο σας μυθιστόρημα. Πώς θα περιγράφατε αυτή τη συγγραφική εμπειρία;
Το να γεμίσω λευκές σελίδες δε με φόβισε, ήξερα από την εμπειρία μου ότι αργά ή γρήγορα θα γινόταν (θεωρώ, επίσης, πως έχω ένα από τα βασικά προσόντα του συγγραφέα: να αντέχει ο πισινός του πολλές ώρες καθισμένος στην καρέκλα). Αυτό που μου έκανε, ωστόσο, εντύπωση ήταν ότι πολλά από αυτά που ήθελα να πω προέκυψαν με μεγαλύτερη ευκολία από ό,τι περίμενα. Μάλλον είχαν συσσωρευτεί τόσα που – σαν έτοιμα από καιρό – περίμεναν την ευκαιρία να εκφραστούν. Κάποια τεχνικά θέματα, για παράδειγμα πώς μια ηλικιωμένη κυρία που πάσχει από αλτσχάιμερ θα μπορούσε να αφηγείται τα πάντα στο βιβλίο (αφού αφήγηση και μνήμη είναι αλληλένδετες), με προβλημάτισαν περισσότερο, όπως και το ζήτημα του ρυθμού στη ροή της ιστορίας, αλλά ήξερα πως όλα αυτά είναι μέρη του συγγραφικού «ταξιδιού» και τα απόλαυσα όσο μπορούσα.
- Θα θέλατε να μας πείτε μερικά λόγια για το βιβλίο σας;
Το Εργοστάσιο τσιμέντων της «ΑΕΤ Πύρρος» δεσπόζει στη βιομηχανική περιοχή των Ιωαννίνων. Ωστόσο, η δραστηριότητά του είναι επιβλαβής για το περιβάλλον της περιοχής, φυσικό και ανθρωπογενές. Αυτός είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο υφαίνεται μια εντελώς πρωτότυπη – ακόμα και για μένα – ιστορία με πρωταγωνίστριες τέσσερις γυναίκες και τους άντρες με τους οποίους συνδέθηκαν, μια ιστορία που ξεκινά στις αρχές του 20ου αιώνα, συνεχίζεται ως το 2022 και δεν αφήνει απέξω την πορεία της Ελλάδας στην μετά την οικονομική κρίση εποχή. Ο αναγνώστης όμως δε μένει εντός των τειχών. Ταξιδεύει σε Πεκίνο, Λονδίνο, Παρίσι, Κίεβο, Τορίνο, Σεράγεβο, Τελ Αβίβ και παρακολουθεί πολύ ενδιαφέροντα στιγμιότυπα από τις ζωές των ηρώων.
- Υπήρξε κάτι που στάθηκε ως αφορμή για να συλληφθεί η κεντρική ιδέα του βιβλίου;
Γεννήθηκα και ζω στον Βόλο, που περιτριγυρίζεται από βιομηχανίες και αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Το «Εργοστάσιο», λοιπόν, είχε τις αφορμές του και είναι η δική μου ευαισθητοποίηση απέναντι σ΄αυτά τα ζητήματα.
- Διαβάζοντας το βιβλίο συναντάμε ένα πλήθος διαφορετικών μεταξύ τους χαρακτήρων που έχουν ως σημείο αναφοράς το εργοστάσιο. Πως καταλήξατε σε αυτή την ποικιλομορφία προσώπων;
Μάλλον γιατί είμαι υπέρ του πλουραλισμού! (Αστειεύομαι) Η αλήθεια είναι πως ήθελα πολλούς χαρακτήρες για να μοιράσω πολλές ιδιότητες, τις οποίες δύσκολα θα συγκέντρωναν λίγα πρόσωπα (μου φαινόταν πως η αληθοφάνεια θα ήταν αμφίβολη). Ήθελα, επίσης, να έχω «κύριους» και «δευτερεύοντες» ήρωες, όπως και στην πραγματική ζωή, ώστε οι μικρότερες ιστορίες να παρεμβάλλονται ανάμεσα στην κύρια, να είναι κάτι σαν ιντερμέδια (πολύ αυθαίρετα χρησιμοποιώ τον όρο), χωρίς ωστόσο να είναι άσχετες με αυτήν.
- Όπως αναγράφεται και στο οπισθόφυλλο το βιβλίου, τα κρίσιμα γεγονότα του εργοστασίου λαμβάνουν χώρα ανήμερα της 25ης Μαρτίου 2021. Υπήρξε κάποιος ιδιαίτερος λόγος στην επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας;
Πάντα υπάρχει κάποιος λόγος για όσα γράφει κάποιος. Η συγκεκριμένη ημερομηνία επιλέχθηκε για τον συμβολικό της χαρακτήρα, αφού όσα γράφονται στο «Εργοστάσιο» είναι επαναστατικά, ανατρεπτικά δηλαδή μιας επιβλαβούς τάξης πραγμάτων τόσο στις ζωές των ηρώων όσο και στην «κανονικότητα» μιας ολόκληρης χώρας. Η 25η Μαρτίου δεν είναι το μόνο σύμβολο στο μυθιστόρημα. Η ίδια η «ΑΕΤ Πύρρος» είναι ένα άλλο. Τα υπόλοιπα τα αφήνω στον αναγνώστη να τα ανακαλύψει.
- Ένα από τα στοιχεία που συναντάμε διαβάζοντας το βιβλίο είναι οι οικολογικές επιπτώσεις του εργοστασίου στην περιοχή και η δράση της περιβαλλοντολογικής πρωτοβουλίας. Ποια είναι κατά τη γνώμη σας τα βασικά βήματα που πρέπει να πραγματοποιηθούν για να μπει ένα φρένο στη ρύπανση των βιομηχανιών;
Νομίζω πως αν όλοι αυτοί οι εγκέφαλοι, όλα αυτά τα think tanks, που ασχολούνται με τη μεγιστοποίηση των κερδών των βιομηχανιών, ασχοληθούν με τη βελτιστοποίηση της ποιότητας ζωής των πολιτών, τότε θα δούμε έναν διαφορετικό κόσμο. Δεν είμαι βέβαια καθόλου αισιόδοξος γι’ αυτό.
- Ποιο μήνυμα θα θέλατε να επικοινωνήσετε με το αναγνωστικό κοινό μέσα από το βιβλίο σας;
Θεωρώ πως αν μιλήσω εγώ για μηνύματα μέσα στο «Εργοστάσιο», θα είναι σαν να προκαταλαμβάνω τους αναγνώστες του βιβλίου, σαν να τους καθοδηγώ και να τους κατευθύνω: θα δεις αυτό, εκείνο… κλπ κλπ. Κάτι που δε θα ήθελα να κάνω. Θα αφήσω τον καθένα να αναλάβει την ευθύνη των μηνυμάτων που θα εισπράξει. Θα πω επίσης ότι για μένα μηνύματα – άλλοτε «μεγάλα» και άλλοτε «μικρά» – υπάρχουν σε κάθε παράγραφο του κειμένου, σε κάθε περιγραφή και σε κάθε διάλογο. Δείτε για παράδειγμα το σύνθημα της Περιβαλλοντικής Ιωαννίνων: «Όχι άλλο τσιμέντο στις καρδιές», αλλά και την απάντηση του Σωκράτη στη Μαργαρίτα (σχετικά με το ντύσιμό του): «Το δικαίωμα να είσαι ντεμοντέ είναι η αρχή της ωριμότητας για τον άντρα».
- Να περιμένουμε κάποιο επόμενο βιβλίο από εσάς στο μέλλον;
Ναι, γιατί έχω αρχίσει να έχω απαιτήσεις από μένα. Εννοώ πως κάθε συγγραφικό project είναι μια πρόκληση και μια προσπάθεια για αυτοβελτίωση, όπως εγώ τουλάχιστον το καταλαβαίνω. Όταν πριν από δύο χρόνια ολοκλήρωσα το «Εργοστάσιο» (και διαβάζοντάς το ξανά και ξανά), θεώρησα ότι ήταν το βιβλίο που θα ήθελα να έχω γράψει. Σήμερα θεωρώ πως θα ήθελα να γράψω και κάτι ακόμα.
- Κλείνοντας, θα θέλατε να μοιραστείτε κάτι με το αναγνωστικό κοινό;
Αντιλαμβάνομαι ότι ο αναγνώστης αδυνατεί να έχει πλήρη εικόνα όσων διαδραματίζονται στο μυαλό του συγγραφέα. Κι έτσι δεν μπορεί να κατανοήσει το εύρος και το βάθος των γραφομένων, να νιώσει τη συγκίνηση που προκάλεσαν στον δημιουργό, ώστε να τα συμπεριλάβει στο έργο του. Αυτή, βέβαια, είναι και η δυσκολία της άλλης πλευράς – του γράφοντος – να κοινωνήσει αυτή τη συγκίνηση στο αναγνωστικό κοινό. Αν υπάρχουν στιγμές στο «Εργοστάσιο» που κατάφερα να μοιραστώ τις δικές μου συγκινήσεις με όσους με διάβασαν, θέλω να ξέρουν ότι αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα.
Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Κώστα Πούλιο για τη συνέντευξη που μας παραχώρησε και ευχόμαστε από καρδιάς να είναι το βιβλίο του καλοτάξιδο!
https://elkistis.gr/product/%cf%84%ce%bf-%ce%b5%cf%81%ce%b3%ce%bf%cf%83%cf%84%ce%ac%cf%83%ce%b9%ce%bf/