Είδαμε: Γάμος του Μάριου Ποντίκα | Πάστα Φλώρα

Το έργο του Μάριου Ποντίκα ο Γάμος, ανέβηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο Τέχνης από τον Κάρολο Κούν. Μετά από σαράντα χρόνια, φτάνοντας στο σήμερα, ο Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου και η Αγγελική Μαρίνου σκηνοθετούν αυτό το έργο, φέρνοντας το πάλι στο φως της θεατρικής σκηνής.

Η πλοκή βασίζεται στην κόρη μιας οικογένειας, η οποία πέφτει θύμα βιασμού και από τότε η ζωή της αλλάζει ριζικά. Βρίσκεται αντιμέτωπη με τον Νόμο, την κοινωνία, τα Μέσα Ενημέρωσης, ακόμα και με την οικογενειά τους. Για όλους υπεύθυνη για τον βιασμό της ήταν η ίδια και κανείς άλλος. Μετά από αλλεπάλληλους «βιασμούς» που δέχεται η κοπέλα, καταφεύγει στην αυτοπυρπόληση. Η τελική η λύση δίνεται συμβιβαστικά με τον γάμο του θύματος με τον βιαστή της.

Το έργο παρότι έχει γραφει το 1980 φέρνει στο προσκήνιο σημαντικά θέματα, όπως η κουλτούρα του βιασμού, η έμφυλη βία και ο φόβος για την διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Εστίασε επισης στο θεσμό της πατριαρχίας.

Ο Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου και η Αγγελική Μαρίνου τοποθετούν μια καρέκλα γυναικολογικής εξέτασης και στις δύο άκρες της σκηνής, άσπρες κουρτίνες που κάλυπταν δύο δωμάτια. Αριστερά και δεξιά είχαν στηθεί δύο μικρόφωνα. Το κύριο σκηνικό μέχρι την μέση περίπου του έργου, ήταν η καρέκλα. Λίγο πριν το τέλος έριξαν και τις κουρτίνες και είδαμε το υπόλοιπο σκηνικό. Ένα φτωχικό σπίτι, από την μία πολλές χριστιανικές εικόνες, πιάτα, φλιτζάνια και από την άλλη ρούχα, παπούτσια, σιδερώστρα και στίβες από εφημερίδες. Βέβαια θα μπορούσε και νωρίτερα να γινόταν αυτή η αποκάλυψη των δύο χώρων αλλά δεν επηρέασε την παράσταση.

Η παράσταση ξεκινάει και παρότι ήταν πρεμιέρα οι ηθοποιοί δίνουν το 100% των δυνατοτήτων τους. Κατευθείαν μεταφερόμαστε σε ένα σπιτικό που πλέον έχει καταστραφεί λόγω του βιασμού της κόρης. Ο πατέρας, η μητέρα και η άλλη κόρη της οικεγένειας βρίσκονται γύρω απο την ίδια, η οποία κάθεται γυμνή στην γυναικολογική καρέκλα. Ακούγονται κατάρες και βρισιές προς την κόρη η οποία βρίσκεται να κατηγορείται για κάτι το οποίο δεν φταίει.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών μας μετέφεραν στο κλίμα εκείνης της εποχής. Το θεατρικό έργο δεν εστίαζε στον βιασμό καθ’αυτόν, αλλά στην αφαίρεση της τιμής της κοπέλας. Μας μετέφερε λοιπόν με επιτυχία στην εποχή εκείνη, που η γυναίκα είχε αξία μόνο αν ήταν άθικτη πριν τον γάμο.

Η επιλογή των σκηνοθετών να έχουν την ηθοποιό που υποδυόταν την βιασμένη κόρη, γυμνή στην γυναικολογική καρέκλα με έφερε αρχικά σε μεγάλη αμηχανία. Η διάρκεια που ήταν εκτεθειμένη σε αυτή την στάση ήταν αρκετά μεγάλη. Μπορεί να σημαίνει τον δημόσιο εξευτελισμό που δεχόταν αλλά θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν διαφορετικά μέσα που θα περνούσαν αυτό το νόημα στους θεατές. Παρόλα αυτά σε μιά δεύτερη ανάλυση κατέληξα πως ίσως οι σκηνοθέτες ήθελαν να πειραματιστούν με εναλλακτικές φόρμες έκφρασης προσθέτοντας έτσι στην παράσταση, στοιχεία performance.

Η Performance art στην ελληνική γλώσσα μεταφράζεται ως η τέχνη της επιτέλεσης. Σε αυτή την τέχνη ο ηθοποιός χρησιμοποιεί το ίδιο του το σώμα ως υλικό, για να εκφράσει τις ιδέες του και να ασκήσει κριτική για το κοινωνικό γίγνεσθαι. Μερικά χαρακτηριστικά της performance είναι ο πόνος, ο πειραματισμός της κίνησης του σώματος, η έκθεση και το γυμνό. Σκοπός αυτής της τέχνης είναι να σοκάρει και μέσω αυτού να γίνει κατανοητό το μήνυμα που πρέπει να μεταδοθεί.

Η έκθεση του γυμνού αιδοου, η παρατεταμένη χρήση τρέμουλου, η μετωπική θέση έναντι του κοινού, στοιχεια αντλημένα από το “σωματικό” θέατρο, εμπλέκουν και τον θεατή στην ενοχή για τη θυματοποίηση της κόρης.

Έτσι η Μαργαρίτα Τρίκκα, χωρίς καμία λέξη, μόνο με την κίνηση και το σώμα της «μίλησε». Η κίνηση της θυμίζει εκστατική. Συγχαρητήρια που είχε το θάρρος να ανταπεξέλθει στις σκηνοθετικές απαιτήσεις.

Η ερμηνεία του Ελισσαίου Βλάχου, ως πατέρας, ήταν ρεαλιστική και ξάφνιαζε σε αρκετά σημεία. Δυνατές ήταν επίσης οι ερμηνείες της Βάσως Καμαράτου, ως μητέρα και της Μυρτώς Πανάγου, ως κόρη. Οι Δημήτρης Κουτρουβιδέας και Δημοσθένης Ξυλαρδιστός παίζουν διάφορους ρόλους, μιλώντας μπροστά από τα μικρόφωνα. Η μουσική που δυνάμωνε ενέτεινε την αγωνία. Ενδιαφέρον παρουσίαζε και το γεγονός ότι ακόμα και τις στιγμές που δεν μιλούσαν, καθόντουσαν στην άκρη της σκηνής και δεν χρησιμοποιούσαν τα παρασκήνια.

Στο σύνολο του, ο Γάμος των Παπακωνσταντίνου και Μαρίνου είναι μιά θεατρική στιγμή που κατά την γνώμη μου θα συζητηθεί αρκετά. Με το πέρασμα των παραστάσεων οι ηθοποιοί θα ταυτίζονται ολοένα και περισσότερο με τους ρόλους τους δίνοντας έτσι το καλύτερο αποτέλεσμα

 

                                                                                                        Χριστίνα Μαραβελή

Leave a Reply