Η σημασία του να είσαι σοβαρός | Κριτική Παράστασης

Η σημασία του να είσαι σοβαρός. Δύο φίλοι, το 1890, ο Τζακ και ο Άλγκερνον πασχίζουν να λέγονται… Έρνεστ.

Ένα από τα βασικά προβλήματα στη μετάφραση είναι η σωστή απόδοση των λέξεων και ειδικότερα των λογοπαιγνίων. Earnest σημαίνει σοβαρός, ειλικρινής και παράλληλα μπορεί κάλλιστα να εννοείται το αντρικό όνομα Ernest. Στην προκειμένη, η ομάδα Νοσταλγία επιλέγει να κρατήσει τον τίτλο από την μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ: «Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός».

Οι δύο φίλοι λοιπόν προσπαθούν να είναι όλα αυτά μαζί. Και σοβαροί, και ειλικρινείς, και πάνω από όλα…Έρνεστ!

Οι ήρωες κινούνται γύρω από τις επιβολές της αριστοκρατικής κοινωνίας, όλα πρέπει να είναι όπως αρμόζει στην τάξη τους. Δεν μπορεί κανείς, αν δεν έχει περιουσία ή ένα καλό όνομα, να παντρευτεί όποια ή όποιον θέλει. Με αφετηρία τον έρωτα τους, ο Τζακ και ο Άλγκερνον προσπαθούν να πείσουν τη Λαίδη Μπράκνελ για το ποιόν τους, ώστε να εξαφαλίσουν την άδεια να παντρευτούν τις δεσποινίδες Γουέντολιν και Σέσιλ, αντίστοιχα.

Η Τώνια Ράλλη καταπιάνεται με το κλασσικό έργο του Oscar Wilde και με ένα υπέροχο καστ ηθοποιών σκηνοθετεί μια καλή κωμωδία – όχι κατ’ ευφημισμόν κωμωδία, αλλά με γέλιο και ενδιαφέρουσες επί σκηνής  ερμηνείες. Η επιλογή οι χαρακτήρες της Μις Πρισμ και της λαίδης Μπράκνελ να ερμηνευτούν από άντρες ηθοποιούς δένει απόλυτα με όλο αυτό τον χαρακτήρα του ψεύτικου καθωσπρεπισμού, που τόσο εύστοχα σατιρίζει το έργο.

Η σκηνή του θεάτρου Rabbithole είναι καλυμμένη από λευκές κουρτίνες και δάπεδο, με ένα μεγάλο ξύλινο τραπέζι, μια-δύο καρέκλες, και ένα σετ τσαγιού.

Ένας ψηλόλιγνος Χρήστος Χριστόπουλος (μπάτλερ) γυαλίζει το σερβίτσιο, ενώ παράλληλα δυσφορεί από τις παραφωνίες του κυρίου του. Με τέλεια εκφραστικότητα και κίνηση – ένας άχαρος μπάτλερ, με δουλική στάση σώματος – κάποιες φορές, για τις ανάγκες του έργου, ενσαρκώνει στιγμιαία, εξίσου καλά, τον ρόλο του αιδεσιμότατου.

Ο Θάνος Αλεξίου (Άλγκερνον) βρίσκεται κάπου στο πλάι της σκηνής και «νομίζει ότι» παίζει μουσική στα ντραμς. Ζητάει επιβεβαίωση από τον μπάτλερ ότι παίζει καταπληκτικά, όχι ότι τον ενδιαφέρει και πολύ η άποψή του. Κινείται συνεχώς στο χώρο, τρώει κάτι σάντουιτς με αγγούρι και ψάχνει τρόπους να διασκεδάσει τον εαυτό του. Το όλο του παρουσιαστικό, οι κινήσεις, ο τρόπος ομιλίας του, όλα μαρτυρούν έναν άνθρωπο επιπόλαιο, επιφανειακό και… καθόλου σοβαρό/ειλικρινή.

Ο Φώτης Λαζάρου (Τζακ) έρχεται να συμπληρώσει τον φίλο του τον Αλγκερνόν. Εξίσου επιφανειακός, προσπαθεί συνεχώς να φροντίζει το «φαίνεσθαι» και να μηχανεύεται τρόπους να αποφύγει τις κοινωνικές του υποχρεώσεις. Η ερμηνεία του , καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου, είναι γεμάτη από την  αγωνία και την προσπάθεια  να αποδείξει ότι είναι (ο) Έρνεστ.

Ο Αχιλλέας Βατρικάς (Μις Πρισμ) είναι μια ανύπαντρη συντηρητική γκουβερνάντα. Πραγματικά όμως είναι, ο τρόπος που κινείται και που στέκεται, ο τρόπος που αρθρώνει τις λέξεις, ο τρόπος που επιθυμεί τον αιδεσιμότατο, όλα αποπνέουν τον συντηρητισμό και τα πρέπει της εποχής.

Ο Γιώργος Σίμωνας (Λαίδη Μπράκνελ) κινείται μέσα στο χώρο με τον αέρα μιας πραγματικής  κυρίας, γεμάτης δυναμισμό και τον αυταρχισμό της θέσης της. Φοράει ένα μαύρο φόρεμα, μαύρα τακούνια και μια υπέροχη λευκή γούνα. Είναι μια καρικατούρα της αριστοκρατίας, με εκείνη την υπερβολή στις κινήσεις που προκαλεί την αυτοαναίρεση, και κατά συνέπεια αρκετό γέλιο.

Η Νάντια Μαργαρίτη (Σέσιλ) είναι μια νεαρή, λίγο αλλοπαρμένη, λίγο ονειροβατεί, λίγο ψάχνει να ερωτευτεί – έστω και στη φαντασία της. Ερμηνεύει εξαιρετικά τον χαρακτήρα της, τόσο εκφραστικά όσο και στην απόδοση του κειμένου.

Η Αντριάνα Ανδρέοβιτς (Γουέντολιν) είναι απλά υπέροχη. Οι εκφράσεις του προσώπου της, σε συνδυασμό με την όλη σκηνική της παρουσία – κινήσεις, ρούχα, ύφος – απογειώνουν τον ρόλο.

Οι καλές ερμηνείες, σε συνδυασμό με το αριστουργηματικό και καυστικό κείμενο του Oscar Wilde συνθέτουν μια εξαιρετική κωμωδία. Οι ηθοποιοί συνυπάρχουν αρμονικά πάνω στη σκηνή, χωρίς να δημιουργείται χάος ή βαβούρα. Ερμηνεύουν τους ρόλους με μια υπερβολή που αρμόζει στο χαρακτήρα του έργου. Για λίγες ακόμη παραστάσεις, να πάτε οπωσδήποτε. Α! υπολογίστε περίπου ένα, απολαυστικό, δίωρο αντί για 90’ που αναγράφεται.

 

Συλβάνα Παπαϊωάννου

 

Leave a Reply