Το βιβλίο «Κορίτσι, γυναίκα, άλλο» είναι ένα έργο της Bernardine Evaristo, μίας μαύρης καθηγήτριας Δημιουργικής Γραφής του Brunel University στο Λονδίνο. Πρόκειται για ένα εγχείρημα με τις ιστορίες 12 ηρωίδων/άλλο, 12 μαύρων γυναικών/άλλο, σε διαφορετικές ηλικίες, διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό και διαφορετικές ζωές, που όλες μιλούν για την δική τους Μαύρη Εμπειρία. Οι ζωές τους συνδέονται με έναν αριστοτεχνικό τρόπο. Άλλοτε συγκλίνουν, άλλοτε αποκλίνουν. Ωστόσο, το βιβλίο αυτό δικαίως κέρδισε το βραβείο Booker για το 2019, και πληθώρα άλλων βραβείων στη συνέχεια.
Το βιβλίο προκαλεί τεράστια εντύπωση ήδη από τις πρώτες σελίδες. Είναι πρωτίστως ένα σπουδαίο λογοτεχνικό έργο αλλά και ένα παράδειγμα προς μίμηση για το πώς μπορεί κανείς να συγγράψει ένα καλό βιβλίο. Μέσα από την ιδιαίτερη γραφή της, η συγγραφέας «διδάσκει» το πώς γίνεται μία αριστοτεχνική σύνδεση στις ζωές των χαρακτήρων μέσα σε 639 σελίδες καθώς και το πως 12 κεντρικοί χαρακτήρες μπορούν να αποδοθούν άρτια και με πληρότητα μέσα από το παρελθόν, παρόν και τις σκέψεις τους για το μέλλον.
Η εμπειρία της ανάγνωσης είναι συγκλονιστική, διότι μέσα σε λίγες σελίδες για την κάθε μία από τις 12 γυναίκες/άλλο, τις/το γνωρίζουμε προσωπικά, ολοκληρωτικά, αλλά ταυτόχρονα έχουμε τη δυνατότητα να αναγνώσουμε σε ένα δεύτερο επίπεδο μία σύγχρονη κριτική για τα κινήματα, τα πολιτικά/ιδεολογικά ρεύματα και τη σύγχρονη κοινωνική θεωρία από την οπτική της συγγραφέως. Η Bernardine Evaristo συνομιλεί με τα κοινωνικά γεγονότα που απασχόλησαν την Αγγλία την περίοδο της συγγραφής του βιβλίου, δηλαδή την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε. και την άνοδο του συντηρητικού κόμματος UKIP, του οποίου οι οπαδοί έχουν συχνά ακραία ιδεολογία και χαρακτηρίζονται από ξενοφοβία.
Πρόκειται για ένα πολυεπίπεδο έργο, όπου κάθε ιστορία έχει κάτι να πει και κάποια ζωτικά ζητήματα να θίξει. Αποδίδει, για παράδειγμα, με απόλυτο ρεαλισμό τις καθημερινές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει μία μαύρη εργαζόμενη μουσουλμάνα μετανάστρια γυναίκα (θίγοντας έτσι ένα ζήτημα που εμπίπτει στο διαθεματικό φεμινισμό). Σκιαγραφεί αριστοτεχνικά και με απόλυτη ακρίβεια τα προβλήματα της ζωής από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι αυτά της σύγχρονης ζωής που καλείται να αντιμετωπίσει καθημερινά μία μαύρη γυναίκα, επειδή τυγχάνει πρωτίστως να γεννήθηκε σε αυτό που η κοινωνία διακρίνει/κατηγοριοποιεί ως «γυναίκα» και, εν προκειμένω, μαύρη.
Μισθολογικές ανισότητες, κοινωνικές διακρίσεις, σεξουαλικοποίηση του γυναικείου σώματος, ομοφοβία απέναντι σε λεσβίες μαύρες φεμινίστριες, βιασμοί, κακοποιήσεις, ρατσισμός. Συγγραφικά, η Evaristo δεν παραμένει σε μία περιγραφή της διατοπικής και συνάμα ρεαλιστικής πραγματικότητας των μαύρων γυναικών/άλλο, αλλά περνά στην άσκηση κριτικής. Η αδιόρατη αποδοκιμασία των παραπάνω στοχεύει στην ανάδυση του ερωτήματος αναφορικά με το πότε επιτέλους θα συνομιλήσει η θεωρία με την πραγματικότητα, πότε οι ιδεολογίες και οι κοινωνικές διεκδικήσεις θα καταφέρουν μία ρήξη σε ένα βαθιά πατριαρχικό σύστημα, το οποίο στηρίζεται στην πολιτική του αποκλεισμού και ετεροποίησης του μη λευκού δυτικού υποκειμένου.
Στο έργο της, ωστόσο, συνομιλεί με τη θεωρία, καθώς αναδεικνύει όψεις του γυναικείου ζητήματος που έχουν να κάνουν με:
– τη φυλή (μαύρες γυναίκες), τον σεξουαλικό προσανατολισμό (λεσβίες),
– το φύλο («κορίτσι, γυναίκα, άλλο»),
– την κουλτούρα (σύμπλευση κουλτούρας των γονέων/προγόνων από τη χώρα προέλευσης με την κουλτούρα και το ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο της χώρας διαμονής για τις μετανάστριες 2ης γενιάς, που αποτελούσαν υβρίδια πολιτισμού),
– τη μετανάστευση (ένταξη/αποκλεισμός των μαύρων ή μιγάδων γυναικών),
– την τάξη (άλλες από κατώτερα οικονομικά στρώματα και άλλες καταφέρνουν να αναρριχηθούν στην κοινωνική και οικονομική ιεραρχία – όμως σε καμία περίπτωση στον ίδιο βαθμό που θα μπορούσε μία αντίστοιχη λευκή γυναίκα),
– τις πεποιθήσεις (άλλες συντηρητικές, άλλες ριζοσπαστικές),
– τη θρησκεία (μουσουλμάνες, άθεες, χριστιανές κτλ),
– τα προνόμια (από ποια θέση μιλάει η κάθε πρωταγωνίστρια) και
– την ηλικία (κάποιες πρωταγωνίστριες είναι νεαρές και άλλες στα βαθιά τους γεράματα).
Παρά την ορατότητα που επιδιώκει για τις μαύρες γυναίκες/άλλο η Evaristo (και σε τεράστιο βαθμό την καταφέρνει), εν τούτοις θα μπορούσε να εντοπιστεί μία έλλειψη, που αφορά στο ζήτημα της αναπηρίας. Η Evaristo δεν θίγει τον ικανοκεντρισμό των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών και δεν εντοπίζεται στο βιβλίο κάποια ηρωίδα/άλλο, ή έστω δευτερεύων γυναικείος χαρακτήρας, που να είναι άτομο με αναπηρία.
Η απουσία αυτή, μέσω της σιωπής για το ζήτημα της αναπηρίας, δεν μειώνει καθόλου το ταλέντο και την οξυδέρκεια της Evaristo ή το φεμινιστικό πρόσημο του κειμένου. Αντιθέτως, η απόλυτη συμπερίληψη πολλές φορές καθίσταται αδύνατη και θα έχει, σίγουρα, μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε το πώς πρόκειται να συζητηθεί στο μέλλον ένα τέτοιο ανάγνωσμα από τη σκοπιά της διαθεματικότητας.
Οι καινοτομίες στο έργο της Evaristo δεν περιορίζονται στο διαθεματικό φεμινισμό. Η ίδια ασκεί κριτική: 1) στην κριτική και τους κριτικούς της τέχνης, 2) στα διάφορα κοινωνικοπολιτικά μορφώματα (που καταλήγουν να μην συμφωνούν ποτέ και πουθενά και εν τέλει να μην μπορεί να παρθεί μία απόφαση), 3) τα φεμινιστικά ρεύματα (αλλά και την εμπορευματοποίηση του φεμινισμού), 4) στα στερεότυπα γύρω από τους ρόλους και την εμφάνιση που καλείται να υιοθετεί μία γυναίκα, 5) στην εκπαίδευση (που λειτουργεί ως ένας μηχανισμός μαζικής ομογενοποίησης), 6) στις κοινωνικές προσδοκίες για τις γυναίκες, 7) στην ισλαμοφοβία (καθώς και την εσφαλμένη ταύτιση του Ισλάμ με την τρομοκρατία), 8) τον κοινωνικό και χωρικό αποκλεισμό των μεταναστών που οδηγεί στη γκετοποίησή τους, 9) στις ομοφοβικές στάσεις και συμπεριφορές, 10) στην πολλαπλότητα και ποικιλία των ταυτοτήτων φύλου (όπου ανοιχτά διερωτάται αν είναι όλα αυτά εν τέλει αναγκαία) και 11) στην ανάγκη υιοθέτησης λευκών στάσεων, συμπεριφορών και χαρακτηριστικών από μαύρες γυναίκες για να γίνουν πιο εύκολα αποδεκτές κοινωνικά και να καταφέρουν να βρουν εργασία. Επίσης, φέρνει στο προσκήνιο το ζήτημα του “Black Lives Matter” με τον ίδιο ηχηρό τρόπο που το ζήσαμε στη διάρκεια του 2020, μέσα από τα κινήματα που εκδηλώθηκαν στις ΗΠΑ μετά τη βίαιη θανάτωση του George Loyd από λευκό αστυνομικό, έναν χρόνο πριν ξεσπάσουν βίαιες αντιδράσεις γι’ αυτό (καθώς το βιβλίο εκδόθηκε το 2019).
Το βιβλίο χαρακτηρίζεται, επίσης, από μία ιδιαίτερη γραφή. Η πρωτοποριακή ματιά της Evaristo για το πώς θα πρέπει να γράφεται η λογοτεχνία στον 21ο αιώνα, δεν διακρίνεται μονάχα από την μαεστρία της σύνθεσης του κειμένου και του περιεχομένου, αλλά και από τον τρόπο που η ίδια παράγει το κείμενο με την ίδια αμεσότητα που χαρακτηρίζει τον προφορικό λόγο. Τελείες, εισαγωγικά και άλλα σημεία στίξης απουσιάζουν, όμως παρά το αρχικό σοκ του αναγνώστη, το κείμενο ξεδιπλώνεται σαν χείμαρρος γεμάτος από ιδέες, σκέψεις, επιφωνήματα, προτροπές, λόγους και στάσεις.
Ένα αντιφατικό στοιχείο, μάλιστα, (στην ελληνική έκδοση) ήταν η ύπαρξη ενός τόσο σύγχρονου δείγματος γραφής, και η παράλληλα η παρουσία του πολυτονικού συστήματος γραφής της ελληνικής. Μία αντίφαση που έχει κι αυτή το ενδιαφέρον της, αν λάβουμε υπόψιν τη γενικότερη σύγκρουση της καινοτομίας του έργου με το παλιό.
Είναι, αναμφίβολα, ένα από τα καλύτερα βιβλία που μπορεί (και ίσως θα έπρεπε) να διαβάσει κανείς, ένα βιβλίο για πολλαπλές αναγνώσεις. Είναι ένα έργο της εποχής του, που προβλέπεται να γίνει κλασσικό. Η ανοικτότητα με την οποία πραγματεύεται τις όψεις της μαύρης εμπειρίας, που επιλέγει να θίξει η Evaristo, προσδίδει στο έργο μία διαχρονική ισχύ αλλά και τη δυνατότητα ανοίγματος ενός διαλόγου με προοπτικές διαρκούς εμπλουτισμού.
Πρόκειται για ένα σύγχρονο αριστούργημα, του οποίου η πολλαπλότητα έγκειται σε επίπεδο τέχνης, ψυχαγωγίας αλλά και δημιουργικής γραφής!