Η σονάτα του Κρόϊτσερ – Λέον Τολστόι

Η σονάτα του Κρόϊτσερ

Η σονάτα του Κρόϊτσερ: Η ψυχολογία ενός γυναικοκτόνου μέσα από τα μάτια του Τολστόι

Μετά το τέλος του εκατό χρόνια μοναξιά έπιασα τον εαυτό μου να ψάχνει πάλι να αγοράσει βιβλία. Αγόρασα από ένα φίλο τρία μεταχειρισμένα, ανάμεσα τους το η σονάτα του Κρόϊτσερ του Τολστόι.

Δεν είχα διαβάσει ακόμη τίποτα από Τολστόι, και χρειαζόμουν κάτι σχετικά σύντομο αλλά όχι εντελώς ελαφρύ, οπότε το ξεκίνησα, χωρίς να ξέρω την υπόθεση – νομίζω πως είναι καλύτερα έτσι πολλές φορές.

Το βιβλίο ξεκινάει με τον αφηγητή να περιγράφει το ταξίδι του με ένα τραίνο. Όλο το βιβλίο λαμβάνει χώρο στο βαγόνι του αφηγητή, όπου αυτός στην αρχή ακούει και συμμετέχει σε διάφορες συζητήσεις επιβατών, κυρίως σε αυτές που πραγματεύονται τους γάμους και τα διαζύγια, οι οποίες ξεκίνησαν με αφορμή έναν δικηγόρο που συζητούσε με μία κυρία για τα αυξημένα ποσοστά διαζυγίων στην Ευρώπη.

Πάνω στην κουβέντα που λαμβάνουν μέρος σχεδόν όλοι, παρουσιάζονται μια-μια οι απόψεις των επιβατών. Άλλες παρωχημένες, κι άλλες προοδευτικές – ή έστω όσο προοδευτικές θα μπορούσαν να είναι την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο.

Θα κάνω μία μικρή διακοπή εδώ για να τονίσω πως με εντυπωσίασε πραγματικά το πόσο παραστατικά και ζωντανά γράφει ο Τολστόι χωρίς όμως την υπέρμετρη χρήση της περιγραφής- πράγμα που προσωπικά με κουράζει πάρα πολύ και με έχει κάνει να παρατήσω πολλές φορές απίστευτα βιβλία στα μισά• ακόμη και άνθρωποι χωρίς φαντασία πιστεύω θα μπορούσαν να διαβάσουν αυτό το βιβλίο και να το “δουν” να ζωντανεύει σχεδόν μπροστά στα μάτια τους. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο σε απορροφάει. Δεν χρειάζεται να συνηθίζεις να διαβάζεις βιβλία, για να σε κάνει να λες “ένα ακόμη κεφάλαιο και το κλείνω” σε κάθε κεφάλαιο. Ιδανική πρόταση για κάποιον που θέλει να ξαναρχίσει το διάβασμα.

Επιστρέφοντας στην υπόθεση λοιπόν, στη συζήτηση μπαίνει πλέον κι ο επιβάτης που κάθεται απέναντι από τον αφηγητή και τόση ώρα κάθεται σιωπηλός. Αναγνωρίζει τον δικηγόρο, καθώς ήταν παρών στη δίκη για το φόνο της γυναίκας του, τον οποίο διέπραξε ο ίδιος.

Με τα πολλά και με τα λίγα, ο πρωταγωνιστής, ο Παζντνισόβ εξιστορεί από την αρχή την ιστορία για το πως γνώρισε, ερωτεύτηκε, παντρεύτηκε, ζήλεψε μέχρι θανάτου, κι εν τέλει σκότωσε τη γυναίκα του. Ανάμεσα στην ιστορία παραθέτει προσωπικές του απόψεις για το πώς ο έρωτας “δηλητηριάζει τους ανθρώπους” και ειδικότερα την ψυχή τους.

Λόγω της εποχής που γράφτηκε το έργο, αλλά και του κεντρικού θέματός του (η ιστορία ενός κυριολεκτικού γυναικοκτόνου, ανεξάρτητα από το αν φαινομενικά μετάνιωσε στη συνέχεια) βρέθηκα σε πολλά σημεία να διαφωνώ με τον “ήρωα”, ωστόσο πιστεύω πως αυτό ήταν που ήθελε ο συγγραφέας να υπογραμμίσει έμμεσα• ν’ αφήσει τον αναγνώστη να καταλάβει μόνος του πόσο λάθος είναι τα λεγόμενα και τα πιστεύω του Παζντνισόβ καθώς και πόσο έχει μπερδέψει στο μυαλό του τη λεπτή γραμμή αγάπης-μίσους για τη γυναίκα του, και, κατά συνέπεια, την κάθε γυναίκα που θα μπορούσε να βρισκόταν στη θέση της και τον κάθε άντρα που θα μπορούσε να βρίσκεται στη θέση του. Αναφορικά με τη γραμμή αγάπης-μίσους, αυτή επαναλαμβάνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης ανά τακτά διαστήματα, από την στιγμή που παντρεύτηκαν και ύστερα.

Πέρα από το μίσος αλλά και την απέχθεια που έτρεφε ο κεντρικός χαρακτήρας για τη σύζυγό του, προστίθεται τώρα και η ζήλεια αφού εμφανίζεται ένας καινούριος χαρακτήρας, ο Τρουχατσέβσκη, φίλος της γυναίκας του και βιολιστής.

Ο Τολστόι κάνει ξεκάθαρο δια στόματος Παζντνισόβ ότι ποτέ η σχέση του Τρουχατσέβσκη και της γυναίκας του δεν ξέφυγε από τα όρια της φιλίας, και πως όλα τα “τέρατα”, τα δημιουργούσε, εν τέλει, ο ίδιος με τη φαντασία του, δηλητηριάζοντας τον εαυτό του (όπως άλλωστε είδαμε να συμβαίνει το ίδιο σενάριο σε πολλές από τις γυναικοκτονίες που σημειώθηκαν το 2021). Από μόνος του, μάλιστα, αναφέρει πως θεωρούσε τη γυναίκα του “κτήμα του” κι όχι άνθρωπο.

Χρειάστηκε πρώτα να τη σκοτώσει, να συνειδητοποιήσει πως πράγματι τη σκότωσε, και στο τέλος, πλέον, ενόσω αυτή ψυχορραγούσε να τη δει γι’ αυτό που πραγματικά είναι• Άνθρωπος.

Αφού τελειώνει την ιστορία, αφού η γυναίκα του πεθαίνει, αφού η ιστορία έχει διακοπεί τόσες φορές από λυγμούς, κι αφού φαίνεται να έχει πραγματικά μετανιώσει για αυτό που έκανε, λέει “Αν ήξερα ‘κείνο που ξέρω τώρα, δε θα παντρευόμουν ποτέ”. Ακόμη και στο μετά από όλα αυτά δηλαδή, δεν έχει συναίσθηση του ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα, γιατί στην τελική αυτή είναι η λογική των ατόμων αυτών.

Επιρρίπτουν ευθύνες σε οτιδήποτε άλλο πέρα από τους ίδιους κι επιμένουν να κατηγορούν χωρίς ούτε μία φορά ν’ αναλογιστούν ότι αυτό που έκαναν ήταν λάθος και δε χωράει ελαφρυντικά. Διότι σε όλο το βιβλίο ο Παζντνισόβ έχει τον τρόπο σκέψης “ναι μεν, αλλά δε φταίω εγώ γιατί..”, κι επομένως δεν μετανιώνει στ’ αλήθεια, και το βιβλίο κλείνει με τον αφηγητή να φτάνει στο σταθμό του.

Χώρια από την υπόθεση και τον τρόπο που την έθεσε ο Τολστόι – αφενός καλά δομημένη και αφετέρου τρομερά παραστατική και ζωντανή, παρά το απλό ύφος που δίνει στο κείμενο- η έκδοση που διάβασα (εκδόσεις Κοροντζή) δεν τίμησε το περιεχόμενο όσο του άξιζε.

Πολλά νοηματικά κενά  στη μετάφραση, φράσεις που επαναλαμβάνονται σε πολλά σημεία λόγω κακής εκτύπωσης, σημειώματα μεταφραστή τα οποία δεν παραπέμπουν πουθενά, όλα αυτά έκαναν το βιβλίο κάπως κουραστικό και υποτίμησαν αρκετά την αξία του. Ωστόσο: άξιζε εν τέλει; ναι, σίγουρα άξιζε να το διαβάσω, πάντα επίκαιρο και τώρα περισσότερο από ποτέ. Ήταν μια πολύ καλή εισαγωγή στον Τολστόι, ακόμα κι αν δεν είναι από τα πιο γνωστά του έργα.

Πένυ Καραγεωργίου

 

Το βιβλίο Η σονάτα του Κρόϊτσερ κυκλοφορεί από:

Εκδόσεις Ροή  

Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος