To βιβλίο Η Υπέρβαση της Βαρύτητας δεν την υπερβαίνει την βαρύτητα, είναι, αντιθέτως, βαρύ και ασήκωτο! Μου άρεσε. Μου έκανε την καρδιά περιβόλι, βέβαια, αλλά μου άρεσε.
Διαβάζεται απνευστί αλλά δεν είναι εύκολο. Δεν είναι εύκολο ούτε ως προς την μορφή του κειμένου: τα σημεία στίξης ειναι σχεδόν ανύπαρκτα. Η εναλλαγή προσώπων από τον αφηγητή στον αδερφό του και τα λόγια του που έχουν καταγραφεί στην μνήμη του ειναι δυσδιάκριτη, ούτε ως προς την θεματολογία: αναμνήσεις από την τελευταία συνάντηση του αφηγητή με τον νεκρό, πλέον, αδερφό του.
Η Υπέρβαση της Βαρύτητας είναι ένα πολύ συγκινητικό, κατά την γνώμη μου, βιβλίο, χωρίς το ίδιο να θέλει με την βία να κάνει επίκληση στο συναίσθημα. Ο πόνος του αφηγητή δεν είναι υπέρμετρα έκδηλος. Tον νιώθεις περισσότερο υποδόρια από αυτή του την ανάγκη να ανατρέξει στις αναμνήσεις του και να αρχίσει να κατηγορεί. Nα κατανοεί. Nα δικαιολογεί τον αδερφό του και ταυτόχρονα να προσπαθεί να μετριάσει ή να διώξει τις προσωπικές του ερινύες για τότε που του μίλησε άσχημα. Για τότε που δεν σήκωσε το τηλέφωνο. Για τότε που δεν έκλαψε στην αναγγελία του θανάτου του.
Δεν νομίζω πως είναι εύκολο να περιγράψει κανείς αυτό το βιβλίο. Πόσο μάλλον να το κρίνει. Είναι σαν μια προσωπική εξομολόγηση (αν και ο συγγραφέας λέει πώς δεν είναι αυτοβιογραφικό, κι ας είχε κι εκείνος έναν αδερφό κάποτε που πέθανε από το ποτό). Και ποιος έχει το δικαίωμα να κρίνει μια εξομολόγηση; Μπορεί απλά, να πει αν τον άγγιξε ή όχι. Εμένα, προσωπικά, δεν με άγγιξε, αλλά μου έδωσε έδωσε γροθιά στο στομάχι!
Ανδριάνα
ΠιΕς: Κάποια στιγμή χρησιμοποιείται η λέξη “τσουμπλέκια” για τα κουζινικά. και μέχρι τώρα πίστευα ότι την λέξη αυτή την είχε εφεύρει η μάνα μου. Εκτός κι αν η μεταφράστρια είναι καμία κρυφή φίλη της…
Περιγραφή
Μερικά ποτά σ’ ένα μπαρ αρκούν ώστε δύο αδέλφια να αναθερμάνουν τη σχέση τους. Μιλούν για την οικογένεια, τις ενοχές που κουβαλούν ως Γερμανοί, για έναν πασίγνωστο δολοφόνο, για τις χαρές της πατρότητας, την τέχνη και τη φιλοσοφία. Ο μεγαλύτερος αδελφός είναι ιδεαλιστής, αλκοολικός και καταθλιπτικός. Ο μικρότερος, πιο πραγματιστής. Μετά τον θάνατο του μεγάλου αδελφού, ο μικρότερος θυμάται τη νυχτερινή βόλτα και προσπαθεί να καταλάβει πώς δύο αδέλφια ακολουθούν αντίθετους δρόμους. «Ένα μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί» (DieWelt), «βαθιά ανθρώπινο […] παίρνει θέση ψηλά στη σφαίρα της λογοτεχνίας» (Frankfurter Allgemeine Zeitung).