Ο λόφος που ανεβαίνουμε – Amanda Gorman

Ο λόφος που ανεβαίνουμε

«Ο λόφος που ανεβαίνουμε» είναι το ποίημα που έγραψε και εκφώνησε η 22χρονη μαύρη Αμερικανίδα ποιήτρια Amanda Gorman, κατά τη διάρκεια της τελετής ορκωμοσίας του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν. Πρόκειται για ένα ποίημα που σηκώνει το λάβαρο της ελπίδας και της αισιοδοξίας, το οποίο εκφράζει το κοινό αίσθημα του αμερικανικού πληθυσμού. Η περίοδος της θητείας του Τραμπ έχει παρέλθει και στο πρόσωπο του νέου προσώπου ενσαρκώνεται ένα ελπιδοφόρο όραμα.

Το ποίημα αυτό, παρακινητικό και συνάμα αισιόδοξο, έρχεται να κάνει μια έκκληση στους αποδέκτες και τις αποδέκτριές του να αλλάξουν τον κόσμο. Να χτίζουν γέφυρες αντί για τάφους. Να δίνουν τα χέρια αντί να πιάνουν τα όπλα. Να αναλογιστούν το βάρος των λαθών τους που θα σηκώσει η επόμενη γενιά.

Η ίδια η Gorman, ως νεαρή μαύρη γυναίκα, φέρει στις πλάτες της το διαγενεακό τραύμα της δουλείας των μαύρων στην Αμερική. Ένα τραύμα που σχετίζεται με μια άγρια αποικιοκρατία και θανατοπολιτική. Αναστοχάζεται τις σημερινές δυνατότητες της κοινωνίας στην οποία διαβιεί, μιας κοινωνίας που της επιτρέπει να «μπορεί να ονειρευτεί ότι θα γίνει πρόεδρος/ για να βρεθεί εν τέλει να απαγγέλει έναν».

Η αισιόδοξη οπτική της για τον κόσμο αφορά άμεσα τη δυνατότητα της, ως πολλαπλά καταπιεσμένου υποκειμένου (ως μαύρη και ως γυναίκα), να μπορεί να διεκδικεί και να επιτυγχάνει την ορατότητα. Να ζει σε ένα κράτος που ο κόσμος δεν θα χρειάζεται να βγαίνει στους δρόμους με το σύνθημα «I can’t breathe» και άνθρωποι όλων των χρωμάτων/ ταυτοτήτων/ εθνικοτήτων θα ζουν αρμονικά. Ονειρεύεται μία χώρα όπου η διαφορετικότητα θα ενώνει αντί να χωρίζει.

Το μήνυμα της είναι αντιπολεμικό χωρίς να εξιδανικεύει το σύγχρονο αμερικανικό πολιτισμό. Αναγνωρίζει τα προβλήματα του αμερικανικού παρελθόντος που βαραίνουν ακόμη το παρόν και καλεί στη διόρθωση τους.

Γιατί όσο εμείς στρέφουμε το βλέμμα μας στο μέλλον, / η ιστορία στρέφει το βλέμμα της επάνω μας

Αναφέρεται διαρκώς στην επιτακτική ανάγκη για αλλαγή, η οποία όμως εσωκλείεται στα αμερικανικά σύνορα. Η οικουμενικότητα του μηνύματός της αφορά πρωτίστως την ομαλή συνύπαρξη των Αμερικανών και δευτερευόντως των ΗΠΑ με τον υπόλοιπο κόσμο.

Το ποίημα της δεν σπάει τα σύνορα και δεν αποδομεί την έννοια του έθνους. Ωστόσο, παρουσιάζει μια εκδοχή οικουμενισμού, στην οποία οι μαύροι άνθρωποι μπορούν να θεωρούνται άνθρωποι και όχι ένα είδος κατώτερο της επονομαζόμενης λευκής φυλής. Είναι ενα ποίημα που μας κάνει να σκεφτόμαστε για ποιους τελικά υπάρχει ελευθερία και με ποιους όρους.

Διαβάζοντάς το, κανείς/καμία διερωτάται: τi σημαίνει για μία νεαρή μαύρη γυναίκα στη Δύση να ονειρεύεται την ειρήνη; Πώς η ιστορία των μαύρων υπόδουλων ανθρώπων από λευκούς αποικιοκράτες στη Δύση συνάδει με το αίτημα για ένα έθνος ενωμένο;

Ήδη η σκέψη της ποιήτριας εδώ μας προϊδεάζει για μια ευρεία σημασιοδότητηση του όρου «έθνος». Δεν αποδίδει χαρακτηριστικά τα οποία να συνάδουν με την προγονική ιστορία, ούτε με το ζήτημα των αυτοχθόνων της Αμερικής. Έχει να κάνει με την αδελφική ένωση πολλών ανθρώπων, εν μέσω αγώνων για την ειρήνη, εντός των συνόρων των ΉΠΑ.

Το ποίημά της δεν είναι καθόλου τυχαίο για την ημέρα και τη στιγμή που εκφωνείται. Η έκκλησή της απευθύνεται κυρίως στον αμερικανικό λαό. Ο πόνος αναγεννάται σε ελπίδα η οποία εργαλειοποιείται μέσω της τέχνης για να γεννήσει την ειρήνη.

Οι συμβολισμοί που υπάρχουν εντός του ποιήματος αναφέρονται στα καίρια πρόσωπα της πολιτικής σκηνής των ΗΠΑ των τελευταίων ετών. Σε αυτό, συμπεριλαμβάνεται επίσης η εμπλοκή των ΗΠΑ σε πολεμικές συρράξεις μη δυτικών χωρών. Το μέλλον που διεκδικεί, υπό το άγρυπνο βλέμμα της ιστορίας, δεν είναι άλλο από αυτό της συμπερίληψης, της αποδοχής, της αρμονικής συμβίωσης και της αδελφικότητας.

Πηνελόπη Αλεξίου

Ο λόφος που ανεβαίνουμε κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Η ειδική σκληρόδετη έκδοση  είναι δίγλωσση, σε μετάφραση της Μυρσίνης Γκανά.

Διαβάστε ένα απόσπασμα εδώ:

https://apps.psichogios.gr/pdf/preview/el/25773