Το βιβλίο «Το τελευταίο μπλουζ στο καφενείο Ματζέστικ» αποτελεί ένα λογοτεχνικό πόνημα με την υπογραφή του Βασίλη Π. Ρουβολή που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έναστρον.
Σ’ αυτό το έργο παρακολουθούμε 4 παράλληλες σκηνές με φόντο μια πόλη, η οποία όταν ξημερώσει θα κατεδαφιστεί από τις μπουλντόζες που περιμένουν απέξω. Ο καπετάνιος Μανούσος επιλέγει να περάσει την τελευταία αυτή νύχτα στο καφενείο Ματζέστικ όπου διηγείται στον Νικόλα, τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού, αναμνήσεις από το παρελθόν του.
Έξω από το καφενείο, στην πλατεία, μια μικρή ομάδα νέων ανθρώπων αναλαμβάνουν την ηχητική υπόκρουση αυτών των εξιστορήσεων παίζοντας ρυθμικά ένα κομμάτι μπλουζ.
Την ίδια στιγμή στην πλατεία, ο Αρμένιος ακροβάτης Κινοτιάν, αποφασίζει να αδράξει την τελευταία του ευκαιρία και να ξεπεράσει την υψοφοβία του, ακροβατώντας σε ένα σχοινί δίχως δίχτυ ασφαλείας. Και λίγα μέτρα πιο κάτω, στο γήπεδο, ο κόσμος παρακολουθεί με αγωνία την διαδρομή της μπάλας, η οποία θα καθορίσει το αποτέλεσμα και θα αναδείξει τον μεγάλο νικητή του αγώνα μπάσκετ.
Αναφερόμενο σε μια προγενέστερη από εμάς εποχή, μετά την Μικρασιατική καταστροφή, οι πρωταγωνιστές ενσαρκώνουν άτομα που υπέφεραν για διάφορους λόγους στη ζωή τους, με κοινό σημείο αναφοράς τον ξεριζωμό. Διωγμοί από τα σπίτια τους, καταστροφές αλλά και έρωτες που έσβησαν πριν προλάβουν να ανθίσουν αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής τους.
Η γραφή είναι σχετικά απλή, με έντονες επιρροές από την τουρκική και εν γένει ανατολίτικη κουλτούρα. Ωστόσο, το χρονοδιάγραμμα που ακολουθείται στο βιβλίο δεν μου ήταν πάντοτε εύκολα αντιληπτό, και σε συνδυασμό με κάποιες επαναλήψεις, δυσκόλεψε ως ένα βαθμό την προσήλωση της προσοχής μου.
Μέσα από τις εξιστορήσεις κυρίως του Μανούσου γινόμαστε θεατές μερικών αναμνήσεων από τη ζωή του, ειδικά από όταν ήταν νεότερος και μέλος του πληρώματος. Μνήμες που διαδραματίστηκαν σε μιαν άλλην εποχή στη Σμύρνη και σε άλλα λιμάνια του κόσμου παίρνουν σάρκα και οστά μέσα στο καφενείο Ματζέστικ.
Ιστορίες αμφιλεγόμενων ερώτων και αποφάσεων έχουν επίσης μια θέση μέσα στις σελίδες του βιβλίου. Ταυτόχρονα, διακρίνονται νύξεις και κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις που εφάπτονται τόσο στην τότε εποχή όσο και στη σημερινή, άλλες φορές με έναν πιο αποφθεγματικό χαρακτήρα και άλλες μέσα από τις εμπειρίες και τα βιώματα των ανθρώπων του έργου.
Όταν πρωτοαντίκρισα το συγκεκριμένο βιβλίο, λίγο το εξώφυλλο, λίγο ο τίτλος και κυρίως η περίληψη στο οπισθόφυλλο μου γέννησαν κάτι το ατμοσφαιρικό, το αερικό, το νοσταλγικό. Ωστόσο, η παρουσία αρκετών επαναλήψεων και των χρονικών επιπέδων που δεν μπορούσα να διακρίνω πάντα με άνεση, δεν συνέβαλλαν θετικά στην απολαυστική ανάγνωσή μου.
Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που μας ταξιδεύει σε μια προγενέστερη εποχή, με αρκετές όμορφες και ζωντανές περιγραφές τόσο από την ανατολική μεριά του Αιγαίου όσο και από τη δυτική που εγκαταστάθηκαν οι ήρωες του βιβλίου. Μέσα από αυτές και με φόντο κυρίως το καφενείο Ματζέστικ υπάρχουν και μερικές κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις που εγείρουν τον προβληματισμό.
Αν και, προσωπικά, δεν κάλυψε απόλυτα τις προσδοκίες που είχα, αυτό δεν συνεπάγεται ότι δεν θα ταιριάξει ενδεχομένως σε μιαν άλλη μερίδα του αναγνωστικού κοινού.
Γεωργία- Σαβίνα Αποστολοπούλου
Συγγραφέας: Βασίλης Π. Ρουβολής
ISBN: 9786185055394
Έτος κυκλοφορίας: 2015
Εκδοτικός Οίκος: Έναστρον
Σελίδες: 264