Μανιφέστο – Bernardine Evaristo

Μανιφέστο Bernardine Evaristo

Το Μανιφέστο της Bernardine Evaristo αποτελεί ένα memoir της βραβευμένης με Booker (2019) και επιτυχημένης συγγραφέως. Διαβάζοντάς το, αντιλαμβάνεται κανείς ότι έχει να κάνει με την καταγραφή μιας μαρτυρίας για το τί συνιστά να ζεις ως μιγάς σε μια λευκή και ρατσιστική κοινωνία, για τα όρια της δημιουργικότητας και του έρωτα καθώς και την αναγκαιότητα του ακτιβισμού.

Η Evaristo αποτυπώνει σε λίγες σελίδες το χρονικό μιας πλούσιας ζωής σε εμπειρίες, σκέψεις, δημιουργία και μας προσκαλεί σε ένα κύμα αλληλοενδυνάμωσης μέσα από τη δική της εμπειρία, η οποία δεν είναι άλλη από την ιστορία μιας γυναίκας που δεν σταμάτησε ποτέ να παλεύει και να διεκδικεί.

Η λεπτομερής και συνάμα πυκνή αυτοβιογραφία της Evaristo μας επιτρέπει να τη γνωρίσουμε εκ βαθέων. Παράλληλα, μπορούμε πλέον να αναγνωρίσουμε όλα εκείνα τα βιωματικά στοιχεία της ιδίας και των οικείων της προσώπων που έχει χρησιμοποιήσει ως πρωτογενές υλικό για τη δόμηση των χαρακτήρων της στο βιβλίο της “Κορίτσι, γυναίκα, άλλο” αλλά και στην ευρύτερη εργογραφία της.

Διαβάζοντας το Μανιφέστο της, καταλαβαίνουμε πως μόνο τυχαία δεν ήταν η επιλογή των χαρακτήρων στις μυθοπλασίες της. Όλα τα πρόσωπα των ιστοριών που γράφει φέρουν κάτι το προσωπικό της συγγραφέως.

Άλλωστε η ίδια αφιερώνει επαρκή χώρο και χρόνο στο παρόν βιβλίο για να εξηγήσει την αθέατη πλευρά του συνολικού συγγραφικού της έργου, που αναλύεται στην έμπνευση, το βίωμα, τις προσωπικές ιστορίες και το αστείρευτο ταλέντο.

Παρά τα πολλαπλά πεδία στα οποία εστιάζει καθώς και τη δυνατότητα πολυπρισματικής θέασης των θεμάτων που η Evaristo θίγει, αισθάνομαι μοιραία την ανάγκη να εστιάσω στο ζήτημα της φυλής. Αυτό το memoir αποτελεί μια εκπληκτική μαρτυρία, η οποία μπορεί να αξιοποιηθεί κάλλιστα στις πολιτισμικές, εθνοτικές, μεταποικιακές σπουδές αλλά και στις σπουδές φύλου.

Η συγγραφέας θίγει εύστοχα τη σχετικότητα του χρώματος και της φυλής ως ένα πολιτικό εργαλείο που προάγει διακρίσεις. Μέσα από τα γραπτά της αναμετράται με το μύθο της βρετανικής μονοπολιτισμικότητας, ο οποίος αποτελεί το θεμέλιο λίθο του βρετανικού ρατσισμού περί λευκής υπεροχής. Η βία του αποκλεισμού, που υφίσταται η ίδια, τόσο στο καθημερινό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο λόγω χρώματος στη Μ. Βρετανία καθώς και η φυσική βία που έχει ζήσει σε διάφορες μορφές από την παιδική της ηλικία, δημιουργούν ρήξη με το δυτικό λευκό αφήγημα περί ενσωμάτωσης και πολυπολιτισμικότητας.

Οι διακρίσεις που βασίζονται στο χρώμα ή την απόχρωση του δέρματος είναι ιστορικό γεγονός και πανταχού παρόν, αρχής γενομένης από τις φυτείες με σκλάβους έως τον εσωτερικευμένο ρατσισμό των σημερινών μαύρων πληθυσμών.

Η μαύρη ταυτότητα και κουλτούρα δεν είναι μοναδική, αδιάσπαστη και ενιαία. Υπάρχουν μαύροι Βρετανοί που αναζητούν ένα ιδεατό «Αυθεντικής Μαυρότητας». Άλλοι που κάνουν passing όταν η ανοιχτόχρωμη απόχρωση τους τους επιτρέπει να αυτοπροσδιορίζονται ως λευκοί.

Υπάρχουν όμως και οι άνθρωποι αυτοί που ζουν ως μαύροι ή μιγάδες, προσπαθούν να ενταχθούν στο κοινωνικό πλαίσιο που τους περιβάλλει και κατηγορούνται από τα λιγότερο προνομιούχα μέλη της μαύρης κοινότητας ως “υπερβολικά λευκοί” εξαιτίας της στάσης τους, της μόρφωσης τους και της επιθυμίας τους για ένταξη.

Το αντιστικτικό δίπολο που εφαρμόζει η κοινωνία διαχωρίζοντας άρρητα τους πολίτες σε λευκούς και μαύρους, λαμβάνει διαστάσεις ταυτότητας από τα μαύρα υποκείμενα και εργαλειοποιείται αναλόγως.

Ωστόσο, η μαύρη ταυτότητα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονης βρετανικής Ιστορίας παρότι θεσμικά διαγράφεται από τις σελίδες της επίσημης ιστορίας. Η Βρετανική Αυτοκρατορία, που ιμπεριαλιστικά επεκτάθηκε σε Αφρική, Ασία και Καραϊβική με το πρόσχημα του εκπολιτισμού, λειτούργησε ως μητέρα-πατρίδα για τις αποικίες της.

Εντούτοις, μέχρι και σήμερα, όταν καταφθάνουν στη Βρετανική μητρόπολη μεταναστευτικά ρεύματα από τις πρώην αποικίες, η Μ. Βρετανία αρνείται να αναγνωρίσει στους πληθυσμούς αυτούς την πολιτειότητα και τη βρετανικότητα που αυτεπάγγελτα κατέχει ο ντόπιος πληθυσμός της.

Ακόμη και σε παιδιά μεταναστών (μετανάστες δεύτερης γενιάς) ή σε παιδιά από μικτούς γάμους μεταξύ βρετανικού και μεταναστευτικού πληθυσμού, το χρώμα ορίζει τη διαφορά. Έτσι, η Βρετανία οχυρώνεται πίσω από το ρατσισμό και άρρητες, αδιόρατες, μορφές αποκλεισμών (θεσμικά, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά, γεωγραφικά) των μη λευκών ατόμων.

Η έλλειψη του αισθήματος του ανήκειν αποτελεί ένα φυσικό επακόλουθο για τους πληθυσμούς που υφίστανται τη βία του φυλετικού συνόρου, η οποία εκδηλώνεται μέσω της διαφοράς στο χρώμα του δέρματος. Η Evaristo είναι μια μαύρη Βρετανίδα, μια ταυτότητα μεταιχμιακή για τη λευκή κοινωνία της Μ. Βρετανίας. Η ίδια εξηγεί πως για τους μαύρους Βρετανούς είναι δύσκολο να ιδωθεί η βρετανικότητά τους πίσω από το χρώμα του δέρματος τους που νοητά ταυτίζεται με μια άλλη φυλή.

Γράφει χαρακτηριστικά: «(…) ενώ είμαι εξίσου μαύρη και λευκή ως προς την καταγωγή, όταν ο κόσμος με κοιτάζει, μέσα από εμένα βλέπει τον πατέρα μου και όχι τη μητέρα μου».

Η Evaristo δεν μένει όμως με τα χέρια δεμένα ούτε θυματοποιεί τον εαυτό της. Παρά την επιβληθείσα ετεροποίησή της, εκείνη διεκδικεί το ανήκειν που της στερείται. Διεκδικεί τη βρετανικότητα της. Διεκδικεί την ορατότητα.

Αντιστέκεται σε κάθε δύναμη και θεσμό που επιδιώκει να περιορίσει ή να αναστείλει την εμπρόθετη δράση της. Δίνει ένα ηχηρό μήνυμα κατά του ρατσισμού. Το Μανιφέστο δεν είναι μια τυπική βιογραφία αλλά μία μέγιστη απόδειξη τόσο της συγγραφικής της δεινότητας όσο και της διάνοιάς της!

 

Αλεξίου Πηνελόπη

Το βιβλίο Μανιφέστο της Bernardine Evaristo κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.

Μανιφέστο